καλύβα

καλύβα
καλύβα βη η , καλύβι τό хижина, лачуга, халупа;

§ χτίζω την καλύβα μου — устраивать свою жизнь, устраиваться своим домом


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "καλύβα" в других словарях:

  • καλύβα — καλύβα, η και καλύβι, το μικρός αγροτικός οικίσκος με ένα δωμάτιο: Πολλοί κτηνοτρόφοι φτιάχνουν και από μια καλύβα στις πλαγιές των βουνών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Καλύβᾳ — Καλύβᾱͅ , Καλύβη hut fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλύβα — Μικρό μονώροφο αγροτικό σπίτι που αποτελείται από ένα δωμάτιο, σκεπασμένο συνήθως από χόρτα και κλαδιά. Κ. λέγονται και τα πρόχειρα, κατασκευασμένα με κλαδιά και σανίδες ή καλάμια εξοχικά παραπήγματα. Στο Άγιον Όρος κ. ονομάζεται κάθε μικρή… …   Dictionary of Greek

  • καλύβᾳ — καλύβαι , καλύβη hut fem nom/voc pl καλύβᾱͅ , καλύβη hut fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλυβώνω — [καλύβα] 1. φτειάχνω την καλύβα κάποιου, στεγάζω κάποιον 2. κατασκευάζω στέγη σαν καλύβα …   Dictionary of Greek

  • Καλύβας — Καλύβᾱς , Καλύβη hut fem acc pl Καλύβᾱς , Καλύβη hut fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλύβας — καλύβᾱς , καλύβη hut fem acc pl καλύβᾱς , καλύβη hut fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλύβαι — Καλύβᾱͅ , Καλύβη hut fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλύβαν — Καλύβᾱν , Καλύβη hut fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλύβαν — καλύβᾱν , καλύβη hut fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κατοίκια — Κάθε φυσικό καταφύγιο ή τεχνητό κτίσμα, όπου διαμένει ο άνθρωπος μόνιμα ή προσωρινά. Οι τύποι κ. διαφέρουν ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή και τις ιστορικές περιόδους και εξαρτώνται από πολυάριθμους παράγοντες, σπουδαιότεροι από τους οποίους… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»